Ας δούμε κατ αρχάς σε ποιες περιπτώσεις
και γιατί χρειάζονται οι μέλισσες το νερό.
- Κατ αρχάς για να επιβιώσουν σαν οργανισμοί, αφού
το 60-65% του συνολικού όγκου τους αποτελείται από νερό.
- Για να αραιώσουν το μέλι ή να διαλύσουν τις
τροφές που τους δίνουμε, μέσω τροφοδοσίας.
- Για να ρυθμίσουν τη θερμοκρασία της κυψέλης.
- Για να κρατήσουν τη σχετική υγρασία των κελιών,
όπου γεννάει η βασίλισσα, μέσα σε κάποια προκαθορισμένα όρια.
- Για την εκτροφή του γόνου. Στο σημείο αυτό θα
πρέπει να τονίσουμε πως οι μέλισσες μπορούν, στην ανάγκη, να εκθρέψουν
γόνο – για κάποιο περιορισμένο διάστημα, φυσικά - χωρίς καθόλου γύρη,
παράγοντας βασιλικό πολτό με τις πρωτεΐνες τους σώματός τους. Χωρίς νερό
όμως δεν μπορούν να εκθρέψουν καθόλου γόνο!
Ας δούμε
τώρα ποιες είναι οι ανάγκες ενός μελισσιού σε νερό.
Με βάση τα
όσα αναφέρουμε ποιο πάνω, γίνεται φανερό πως ένα μελίσσι έχει διαφορετικές
ανάγκες σε νερό, ανάλογα με τις θερμοκρασίες που επικρατούν, με την έκταση του
γόνου που εκτρέφει, με το είδος των τροφών που καταναλώνει κλπ.
Σε γενικές
όμως γραμμές, θα λέγαμε πως ένα μελίσσι χρειάζεται περίπου 20 με 50 λίτρα νερό
σε ετήσια βάση, και ανάλογα πάντα με την δύναμή του και τις συνθήκες που
επικρατούν.
Τις ζεστές
μέρες του καλοκαιριού πάντως, οι νεροκουβαλήτριες συλλέκτριες μπορούν να
συλλέξουν ακόμα και 2 λίτρα νερού σε μια μόνο μέρα, ποσότητα που μπορεί να
εκτοξευτεί ακόμα ποιο πάνω σε συνθήκες καύσωνα.
Και ένα
ερώτημα που αμέσως έρχεται στο μυαλό μας είναι:
Πως εισρέει
μέσα στο μελίσσι μια τόσο μεγάλη – σχετικά – ποσότητα νερού;
Κάθε
μελίσσι έχει μια ομάδα συλλεκτριών που έχουν εξειδικευτεί στη συλλογή νερού –
οι νεροκουβαλήτριες. Η ομάδα αυτή των μελισσών είναι επιφορτισμένη τόσο με την
αναζήτηση, όσο και με την μεταφορά νερού.
Όταν το
βρουν, το αποθηκεύουν μέσα στον πρόλοβο τους και επιστρέφοντας στη κυψέλη το
παραδίδουν στις εσωτερικές εργάτριες, για περαιτέρω κατανομή και επεξεργασία.
΄Ένα ακόμα
ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί είναι: Που βρίσουν οι νεροκουβαλήτριες μέλισσες
τόσο νερό;
Θα πρέπει
να αναφερθεί πως, στην ανάγκη, οι νεροκουβαλήτριες, πετάνε πιο μακριά από τις
απλές συλλέκτριες και σε πιο χαμηλές θερμοκρασίες από αυτές, αν το μελίσσι
χρειάζεται νερό. Μερικές φορές αυτό μπορεί να συμβεί ακόμα και σε θερμοκρασίες
κάτω από 10° C - θερμοκρασίες που κατά τεκμήριο οι άλλες μέλισσες
υπολειτουργούν, μα και που και αυτές οι ίδιες διακινδυνεύουν πολύ.
Προτιμούν
νερά των οποίων η θερμοκρασία κυμαίνεται από 18-32° C, ενώ αποφεύγουν την
συλλογή τους σε θερμοκρασίες που αποκλίνουν από αυτές τις τιμές. Ακόμα
προτιμούν τα νερά που έχουν κάποια ενισχυμένη περιεκτικότητα σε άλατα.
Με τα όσα
αναφέρουμε ποιο πάνω, θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί πως δεν είναι δική μας
δουλειά το πότισμα των μελισσιών μας, αφού η φύση έχει μεριμνήσει γι αυτό και
τα μελίσσια τα ίδια έχουν δημιουργήσει τις νεροκουβαλήτριες που, με κάθε θυσία,
θα βρουν νερό για τις ανάγκες της κυψέλης τους.
Κάπως έτσι
είναι τα πράγματα, αλλά το ζήτημα είναι ποια ακριβώς είναι αυτή η «θυσία» και
πόσο θα κοστίσει στο μελίσσι, και κατά συνέπεια στον μελισσοκόμο!
Αν λοιπόν
θέλουμε να απασχολούνται όσο το δυνατόν λιγότερες μέλισσες για τη συλλογή
νερού, αν θέλουμε να μην έχουμε απώλειες μελισσών εξ αιτίας αυτής της δουλειάς
και αν θέλουμε να μην ενοχλούνται οι γείτονες – που έχουν στέρνες, βρύσες που
χάνουν κλπ - από τις μελισούλες μας, πρέπει να φροντίσουμε να έχουμε νερό δίπλα
στα μελίσσια μας, όλες τις εποχές του χρόνου.
Ο καλύτερος
και πιο οικονομικός τρόπος για να το πετύχουμε αυτό είναι να βάλουμε κάποιο
βαρέλι σε μια άκρη του μελισσοκομείου μας και στο κάτω του σημείο να
τοποθετήσουμε μια βρύση. Βάζουμε το βαρέλι πάνω σε ένα υπερυψωμένο σημείο και
ξαπλώνουμε μια τάβλα με φάρδος 20-30 εκατοστά και μήκος 1-2 μέτρα, μπροστά από
τη βρύση με κλίση από το ύψος αυτής έως το έδαφος. Χαράζουμε τη τάβλα αυτή με
ένα σκαρπέλο με τρόπο ώστε να σχηματιστεί πάνω στην επιφάνειά της ένα λούκι
φιδίσιας μορφής, από πάνω μέχρι κάτω.
Αφήνουμε
ανοιχτή τη βρύση – ίσα να στάζει, με μικρή ή μεγαλύτερη ροή την
άνοιξη και το καλοκαίρι – και η ποτίστρα για το μελισσοκομείο μας είναι έτοιμη.
Η εγκοπή θα ανακόπτει τη ροή του νερού, το οποίο έτσι θα εμποτίζει τη
μεγαλύτερη επιφάνεια της τάβλας, από όπου θα μπορούν να το απομυζούν οι
μέλισσες.
Η όλη αυτή
εγκατάσταση απαιτεί μια-δυο παρεμβάσεις ακόμα για να αποδώσει καλύτερα! Κατ
αρχάς στο σημείο που ακουμπά η τάβλα πάνω στο έδαφος, καλό θα είναι να βάλουμε
μια παχιά στρώση από βοτσαλάκια θαλάσσης – όχι χαλίκια της οικοδομής – όπου θα
καταλήγει το νερό και θα μπορούν και από εκεί να το παίρνουν οι μέλισσες –
γλύφοντας τα βότσαλα. Το βαρέλι θα πρέπει να το τοποθετήσουμε σε μέρος σκιερό
το καλοκαίρι και προσήλιο το φθινόπωρο. Πρέπει να έχει οπωσδήποτε
σκέπασμα, για να μην ρυπαίνεται από ακαθαρσίες πουλιών κλπ και βάνα εκκένωσης
μεγάλης διατομής, στο πίσω του μέρος για την γρήγορη αφαίρεση του νερού, όποτε
αυτό έχει παραμείνει στάσιμο για μεγάλο χρονικό διάστημα και χρειάζεται
ανανέωση.
Θα πρέπει
να επισημάνουμε πως λύσεις με ανοιχτά
δοχεία νερού, όπου επιπλέουν κομμάτια φελιζόλ για να βοηθούνται οι μέλισσες ή
ανοιχτές γούρνες , θα πρέπει να αποκλειστούν σαν λύση
για την άρδευση των μελισσιών μας, για ευνόητους λόγους- ασθένειες, πνιγμοί
κλπ.
Να πούμε
ακόμα πως η λύση που προτείνουμε δεν είναι πανάκια και παρουσιάζει κάποια
μειονεκτήματα όπως:
Για να μην
χαθεί μεγάλο μέρος του νερού στο έδαφος, απαιτούνται συνεχείς ρυθμίσεις της
ροής της βρύσης.
Πρέπει να
γίνεται τροφοδότηση νερού στο βαρέλι, όποτε αυτό απαιτείται.
Πρέπει να
προσέχουμε ούτως ώστε το νερό να ανανεώνεται κάθε 20-30 μέρες, ανάλογα με την
εποχή.
Πρέπει να
προσέξουμε ώστε η βρύση να έχει στο στόμιο της μεταλλικό φιλτράκι – βρύση τύπου
νιπτήρα - για να μην μπορούν οι μέλισσες να μπουν μέσα και να το φράξουν.
Το
ενδεχόμενο να προσελκύσει μέλισσες από άλλα μελισσοκομία, με κίνδυνο την
μετάδοση ασθενειών, αλλά και άλλων εντόμων, όπως σκούρκων κλπ.
Θα ήταν παράληψη
να μην αναφέραμε την εξαιρετική λύση που μας προσφέρουν κάποιοι εσωτερικοί
τροφοδότες νερού, που όμως λίγοι από εμάς χρησιμοποιούν!
Τέλος, αν
αποφασίσουμε να βάλουμε μια εξωτερική τροφοδότηση νερού, με τη χρήση ενός
βαρελιού, όπως αναφέρουμε ποιο πάνω, αλλά τα μελίσσια μας έχουν ήδη συνηθίσει
να πηγαίνουν κάπου αλλού – στη βρύση ενός γείτονα, που είναι και δύστροπος, για
παράδειγμα – τότε έχουμε τις εξής επιλογές: Ή να μεταφέρουμε τα μελίσσια μας σε
μια άλλη τοποθεσία που να απέχει 5-6 χιλιόμετρα και να τα αφήσουμε εκεί
κάμποσες μέρες για να ξεχάσουν... ή να τους προσφέρουμε μια ποιο ελκυστική πηγή
νερού. Αυτή για να έχει μια τέτοια ιδιότητα θα πρέπει να παρέχει κάποιο κίνητρο
στις μέλισσες. Μια λύση είναι να τοποθετήσουμε μερικά κομμάτια από σφουγγάρι,
βουτηγμένα μέσα σε σιρόπι, πάνω στη τάβλα απορροής του νερού ή ακόμα και να
ρίξουμε ένα φακελάκι γλυκάνισο μέσα στο βαρέλι με το νερό.
Δημοσίευση σχολίου