Ένας
μεταπτυχιακός φοιτητής του τμήματος Χημείας, από οικογένεια μελισσοκόμων,
ανακάλυψε στο εργαστήριο ένα «φάρμακο» για τις μέλισσες, επαληθεύοντας τις
γνώσεις της λαικής παράδοσης. Ο Δημοσθένης Ισαακίδης, θυμόταν ότι οι παλιοί
μελισσοκόμοι έβαζαν πάνω από τις κυψέλες στεφάνια από ένα φυτό, την γνωστή στην
Κρήτη ως “ακονιζά” (Ditrichia viscose), για να μειώσουν τους θανάτους των
μελισσών από το παράσιτο βαρρόα.
Πρόκειται
για ένα μικροσκοπικό έντομο, όσο το κεφάλι μια καρφίτσας, που παρασιτεί στο
σώμα της μέλισσας από τη στιγμή που γίνεται προνύμφη και στο τέλος την σκοτώνει
καθώς απομυζά τη σάρκα της. Αν ένα σμήνος προσβληθεί από αυτό το παράσιτο, τότε
όλες οι μέλισσες παθαίνουν μέσα σε τρία χρόνια. Ο Δ. Ισαακίδης σε συνεργασία με
τον καθηγητή Οργανικής Χημείας Χ. Κατερινόπουλο και την μεταπτυχιακό Καλλιόπη
Σοφού συγκέντρωσαν δείγματα ακονιζάς από 5 διαφορετικές περιοχές της Κρήτης.
Μετά από ξήρανση και κατεργασία του φυτού με αιθανόλη, απομονώθηκαν τρείς
ομάδες συστατικών από τις οποίες μία βρέθηκε να έχει την μέγιστη επιλεκτική
τοξικότητα επί ζωντανών βαρρόα, τα οποία σκοτώνει σε ποσοστό 98%.Με την
επεξεργασία αυτή, παρασκευάστηκε ένα σκεύασμα που περιέχει την ομάδα αυτών των
συστατικών και χρησιμοποιείται με επιτυχία σε μελέτες πεδίου σε διαφορετικές περιοχές
της νήσου Κρήτης, είτε με ψεκασμό των κυψελών είτε με τη χρήση εμποτισμένων
ταινιών.
Βαρρόα-Το
παράσιτο φονιάς
Η εργασία
αυτή χρηματοδοτήθηκε από το Πρόγραμμα «Φυτώριο Ιδεών-Unistep» του Περιφεριακού
Προγράμματος CRINNO. Όπως μας είπε ο κ. Χάρης Κατερινόπουλος, η βαρροϊκή
ακαρίαση είναι από τα μεγαλύτερα προβλήματα της ελληνικής μελισσοκομίας και της
μελισσοκομίας σχεδόν όλου του κόσμου. Προσβάλλει το γόνο (προνύμφες καινύμφες)
και τις ενήλικες μέλισσες (βασίλισσα εργάτριες και κηφήνες). Η βαρρόα
παρατηρήθηκε για πρώτη φορά το 1904 στην Νοτιανατολική Ασία να παρασιτεί την
ινδική μέλισσα. Η περιγραφή του παρασίτου αυτού πέρασε σχεδόν απαρατήρητη αφού
δεν προκαλούσε σημαντικές ζημιές στον ξενιστή της. Το πότε και πώς έγινε η
μεταφορά της στην οικιακή μέλισσα δεν είναι ακριβώς γνωστό. Αλλά σε διάστημα
λιγότερο από 40 χρόνια μεταδόθηκε σχεδόν σε όλο τον κόσμο εκτός από την
Αυστραλία.
Οι
μεμονωμένες μέλισσες που μολύνονται με βαρρόα βλάπτονται με τους εξής τρόπους:
α) από την
απώλεια αιμολέμφου, που από μόνη της είναι σοβαρή,
β) από την
οπή που προκαλείται και επιτρέπει την δημιουργία μολύνσεων και ασθενειών.
γ) ακόμη
και με χαμηλή προσβολή, οι μέλισσες υφίστανται απώλεια βάρους και σμίκρυνση της
ζωής.
Εάν η
προσβολή ανά μέλισσα είναι λιγότερο από 6 ακάρεα, η μέλισσα φθάνει συνήθως στην
ωριμότητα. Εντούτοις, οι ενήλικες μέλισσες αποδυναμώνονται και η ζώη τους
μικραίνει κατά τουλάχιστον 50%. Η συνολική επίδραση σε μια αποικία που
μολύνεται με βαρρόα είναι πολύ σοβαρή και εάν δεν ληφθεί κανένα μέτρο ελέγχου η
κατάληξη είναι μοιραία. Χωρίς επέμβαση του μελισσοκόμων, η πιθανότητα
θνησιμότητας του μελισσιού είναι 10-15% το πρώτο έτος, 20% 30% το δεύτερο έτος,
και ίσως 100% στο τρίτο έτος μετά την προσβολή.
Ακονυζιά:
για ψύλλους, ψείρες, κουνούπια και τη βαρρόα
Το φυτό
ακονιζά είναι αειθαλής πολυετής θάμνος με ευρεία εξάπλωση στην περιοχή της
Μεσογείου. Η επιφάνεια των φύλλων καλύπτεται από επιεφυμενιδικό έκκριμα πλούσιο
σε τερπενοειδή και φαινολικές ενώσεις. Tα υδατοδιαλυτά επιεφυμενιδικά εκκρίματα
του φυτού παρουσιάζουν ισχυρή αλληλοπαθητική δράση έναντι άλλων φυτών αλλά και
παθογόνων.
Κάποιος
μπάρμπας μου παλιός μελισσοκόμος, μου έλεγε ότι έβαζαν κατά καιρούς ξεραμένη
ακονιζιά στο καπνιστίρι και όλα πήγαιναν καλά!
Η μητέρα
μου, έλεγε ότι στης κλοσούδες που γέμιζαν κοτόψειρες με αποτέλεσμα να σηκώνεται
η κότα και να κουρνιάζουν τα αυγά, έβαζαν κλαδιά από ακονιζιά και όλες οι
ψείρες εξαφανίζονταν. Δεν ξέρω όμως αν πέθαιναν οι ψείρες ή απλά έφευγαν, αλλά
νομίζω ότι έρχεται σε δεύτερη μοίρα αυτή η απορία μπροστά στο αποτέλεσμα.
Βλέπουμε ότι στην φύση υπάρχουν αρκετοί εχθροί για τους εχθρούς μας! εμείς θα
παραμένουμε στα χημικά!
Δημοσίευση σχολίου