Ένα
ανοιξιάτικο παραμύθι
Δε θυμάμαι
ποιος μου την πρωτοείπε την ιστορία. Όμως, ξεκίνησε από έναν παππού σοφό κι
ακέραιο -- από αυτούς τους παππούδες που γεννούν το μέλλον. Λοιπόν, αυτός ο
παππούς έλεγε συχνά αυτή την ιστορία στα παιδάκια που τρέχανε κοντά του, γιατί
τον ξέρανε πως είναι περιβόλι και γεμάτος ιστορίες:
Παιδιά μου,
να κοιτάξτε να είστε μέλισσες.
Παππούλη,
πες παππού, τι πάει να πει μέλισσες;
Να,
τους έλεγε
ο παππούς,
Να,
καρδούλες μου πονεμένες, οι άνθρωποι χωρίζονται σε δυό κατηγορίες. Τους
ανθρώπους μέλισσες και τους ανθρώπους μύγες. Εσείς να κοιτάξτε να είστε
άνθρωποι μέλισσες.
Ζουζούνιζαν
αυτά σα μελισσάκια ένα γύρω και όλα μαζί αρχίζαν να διαμαρτύρονται
Παππού
πέστα απλά, βρε παππού!
Σσσσς,
έλεγε ο παππούς. Σσσσς, και θα σας πω.
Που λέτε,
οι άνθρωποι χωρίζονται σε δυό κατηγορίες. Τους ανθρώπους μέλισσες και τους
ανθρώπους μύγες. Εσείς να κοιτάξτε να είστε άνθρωποι μέλισσες.
Οι άνθρωποι
μέλισσες είναι αυτοί που, αν τους αφήσεις μες σε μια χωματερή, μες στη βρωμιά,
τη δυσωδία, τη φρίκη, και μες σε αυτή τη χωματερή υπάρχει ένα τόσο δα
λουλουδάκι, τοσοδά μικρό και σχεδόν αόρατο μες στο χαμό, αυτοί, που λες, αυτές
οι μέλισσες, θα πάνε να το βρουν και θα τρυγήσουν μέλι κι ευωδία στον τόπο που
κανείς ως τότε δεν τα έβλεπε.
Και οι
μύγες παππού; Πες για τις μύγες!
Ααα, οι
άνθρωποι μύγες! Αυτοί, που λέτε, άμα τους πας στο πιο όμορφο περιβόλι, το
ολάνθιστο, όπου όλη η χαρά κι η ομορφιά του κόσμου, όπου η άνοιξη ολόφωτη, και,
για κακή μας τύχη, σε μια γωνίτσα, εκεί στο περιβόλι, έχει κοπρίσει το σκυλάκι
το αδέσποτο, ε, αυτοί, από όλο το περιβόλι το όμορφο τίποτε δε θα δουν. Θα δουν
μονάχα τα κοπρίσματα.
Γέλια και
φασαρίες στη μαρίδα, που έλεγε ο παππούς κακές λέξεις! τρελλαίνονταν όλα μαζί
και μες στη ζάλη του παιγνιδιού, ξεχνούσαν την ιστορία.
Άντε, και
τώρα πάμε για παγωτό, έλεγε ο παππούς.
Ξεχνούσαν
την ιστορία. Μέχρις που, αφού κοπιάζανε να φτιάξουν ο καθείς ένα περβόλι,
βλέπαν πως ερχότανε οι μύγες αναζητώντας την τροφή τους και οι μέλισσες τη δική
τους.
Πηγή
Πηγή
Δημοσίευση σχολίου