Translate - ΜΕΤΑΦΡΑΣΤΗΣ

SLIDESHOW / ZAKYNTHOS

ΤΡΟΠΟΙ ΕΠΙΒΑΡΥΝΣΗΣ ΜΕΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΛΛΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΚΥΨΕΛΗΣ ΜΕ ΥΠΟΛΕΙΜΜΑΤΑ ΦΑΡΜΑΚΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΩΝ ΡΥΠΩΝ


Δυο είναι οι τρόποι ρύπανσης του μελιού από τις διάφορες δραστικές ουσίες

Ο πρώτος είναι ο άμεσος τρόπος, που είναι ο πιο επίφοβος και αφορά στα κτηνιατρικά φάρμακα
που χρησιμοποιεί εντός της κυψέλης ο ίδιος ο μελισσοκόμος.
Ο δεύτερος, ο έμμεσος τρόπος, έγκειται στη μεταφορά των διαφόρων φυτοπροστατευτικών και μη ουσιών από τις ίδιες τις μέλισσες κατά τη συλλογή νέκταρος, μελιττώματος, νερού και γύρης.

Αρχικά υποστηρίχθηκε από πολλούς ερευνητές ότι η μεταφορά φυτοπροστατευτικών
ουσιών από τον αγρό στην κυψέλη αποφεύγεται με διάφορους τρόπους. Ο κυριότερος
από αυτούς είναι ο θάνατος της μέλισσας πριν προλάβει να μεταφέρει το νέκταρ ή τη γύρη
και κατά συνέπεια η αποτροπή τηςεισόδου σημαντικών ποσοτήτων φαρμάκων στην
κυψέλη. Εξάλλου, διατυπώθηκε η θεωρία ότι οι μέλισσες ≪φρουροί≫ αντιλαμβάνονται την
τοξικότητα του φορτίου της κάθε συλλέκτριας και απαγορεύουν την είσοδο της,
προστατεύοντας ταυτόχρονα το αποθηκευμένο μέλι.
Τέλος, σύμφωνα με κάποιους ερευνητές, σε περίπτωση που το ρυπασμένο νέκταρ περάσει στην κυψέλη, οι οικιακές μέλισσες δεν το επεξεργάζονται περαιτέρω (Johansen & Mayer, 1990).

Βαρέα μέταλλα σε προϊόντα κυψέλης.

Σημαντικές έρευνες έχουν πραγματοποιηθεί σχετικά με την επιβάρυνση των προϊόντων
κυψέλης με βαρέα μέταλλα. Ο μόλυβδος, ο ψευδάργυρος, το κάδμιο, το χρώμιο και ο χαλκός είναι ορισμένα μόνο από τα στοιχεία που αποτελούν πιθανό πρόβλημα με τη βιοσυσσώρευση τους στον άνθρωπο και τελικά την πιθανή πρόκληση τοξικότητας.

Υπολείμματα φυτοπροστατευτικών ουσιών σε προϊόντα κυψέλης.
Σημαντικότερες ουσίες που ανιχνεύονται σε προϊόντα κυψέλης και είναι οι χλωριωμένοι υδρογονάνθρακες, τα οργανοφωσφορικά, καρβαμιδικά και νεονικοτινοειδή εντομοκτόνα, καθώς και κάποια μυκητοκτόνα.

Επιβάρυνση μελιού με τον άμεσο τρόπο.
Η άμεση επιβάρυνση των προϊόντων της κυψέλης με υπολείμματα, γίνεται με τη χρήση
κτηνιατρικών φαρμάκων εντός αυτής, προκειμένου να αντιμετωπισθούν οι διάφορες
ασθένειες που προσβάλλουν τις μέλισσες. Η σημαντικότερη κατηγορία σκευασμάτων που
χρησιμοποιείται είναι τα ακαρεοκτόνα, καθώς το Varroa destructor Anderson & Trueman
είναι το κυρίαρχο πρόβλημα για την υγιεινή ενός μελισσιού. Για την καταπολέμηση της
βαρρόα χρησιμοποιούνται τόσο χημικά σκευάσματα όσο και φυσικές ουσίες.
Τα χημικώς συντιθέμενα ακαρεοκτόνα (εγκεκριμένα και μη) που χρησιμοποιούνται στο χώρο της ελληνικής και παγκόσμιας μελισσοκομίας είναι:

Amitraz:
Αν και δεν είναι εγκεκριμένο για μελισσοκομική χρήση στην Ελλάδα, χρησιμοποιείται από τους παραγωγούς. Εφαρμόζεται σε αρκετές Ευρωπαϊκές χώρες και στις Η.Π.Α. με πολύ καλά αποτελέσματα όσον αφορά στην αποτελεσματικότητα του. Το χαμηλό pH του μελιού είναι ο λόγος που αποδομείται σε τρεις εβδομάδες στα ανθόμελα, και σε τέσσερις εβδομάδες στα μέλια μελιτώματος- καθώς τα τελευταία έχουν υψηλότερο pH (Bogdanov, 1988).
Το κυριότερο φαρμακευτικό σκεύασμα της συγκεκριμένης δραστικής ουσίας, το Τακτίκ, χρησιμοποιείται στην κτηνοτροφία και ιδιαίτερα στα άλογα και τα πρόβατα.
Εταιρεία παραγωγής του φαρμάκου είναι η AgrEvo και η εφαρμογή του γίνεται με υποκαπνιστικές ταινίες, με ψεκασμό και αεροζόλ. Είναι η μία από τις τρεις συνθετικές δραστικές ουσίες που χρησιμοποιούνται στη μελισσοκομία, για τις οποίες η Ε.Ε. θέσπισε Ανώτατο Επιτρεπτό Όριο Υπολειμμάτων Α.Ε.Ο.Υ.
Το Α.Ε.Ο.Υ.  του amitraz θεσπίστηκε στα 0.2 mg/kg και αποτελεί το όριο για το μέλι που διακινείται στην Ελλάδα. Μέχρι σήμερα δεν υπάρχουν δημοσιευμένα στοιχεία για υπολείμματα amitraz σε
ελληνικό μέλι αλλά τα στοιχεία που έχουμε από άλλες χώρες, στις οποίες χρησιμοποιείται,
είναι ενθαρρυντικά. Λόγω της ταχύτατης αποδόμησης του, εμφανίζεται σπάνια σε
αναλύσεις δειγμάτων. Εντοπίστηκε μόνο σε περιπτώσεις που το χρονικό διάστημα μεταξύ
επέμβασης και τρύγου ήταν πολύ μικρό.
Θα πρέπει να αναφερθεί η ύπαρξη εργασιών από την Αμερική που αναφέρουν ανάπτυξη ανθεκτικότητας της βαρρόα στο amitraz.
coumaphos:

Είναι η δεύτερη από τις τρεις δραστικές ουσίες για τις οποίες έχουν καθοριστεί ΑΕΟΥ από την Ε.Ε. Κυκλοφορεί στην Ελλάδα με τη μορφή τριών διαφορετικών φαρμακευτικών σκευασμάτων.
 Το Perizin και το CheckMite+ που είναι εγκεκριμένα και το Asuntol που δεν έχει έγκριση για μελισσοκομική χρήση. Εταιρεία παραγωγής είναι η Bayer και οι τρόποι εφαρμογής ποικίλλουν. Εφαρμόζεται με ψεκασμό, ως σκεύασμα βραδείας απελευθέρωσης (ταινίες CheckMite+), στην τροφή και συνηθέστερα με τη μορφή σταγόνων στα πλαίσια (Perizin). Το θεσπισμένο Α.Ε.Ο.Υ. του coumaphos για την Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ελλάδα είναι 0.1 mg/kg.
Το μεγάλο πλεονέκτημα όσο και μειονέκτημα του είναι ότι εντάσσεται στα διασυστηματικά
φάρμακα. Αυτό σημαίνει ότι δε δρα αποκλειστικά δια επαφής όπως τα περισσότερα ακαρεοκτόνα, αλλά εισέρχεται στην αιμόλεμφο της μέλισσας και στη συνέχεια στο άκαρι, όταν αυτό απομυζεί την προνύμφη. Το πλεονέκτημα αυτού του τρόπου δράσης είναι η μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα του φαρμάκου, καθώς εξαπλώνεται γρήγορα σε ολόκληρο τον χώρο της κυψέλης και διαρκεί για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Αντίθετα το μεγάλο μειονέκτημα των διασυστηματικών φαρμάκων είναι η μεγάλη υπολειμματικότητατους, κανόνας από τον οποίο δεν εξαιρείται το coumaphos. Έξι μήνες μετά την επέμβαση με coumaphos, οι μέλισσες παράγουν κερί με υπολείμματα του σκευάσματος αυτού (Wilhelmina and Van Buren, 1992). Ιδιαίτερη αναφορά πρέπει να γίνει στην εφαρμογή του συγκεκριμένου φαρμάκου με τη μορφή ταινιών (CheckMite+). Η χρήση τους άρχισε από τις Η.Π.Α., με τη χρήση περιορισμένου αριθμού ταινιών ανά πολιτεία. Στην Ελλάδα πήρε έγκριση το 2006 και παρά το γεγονός ότι δεν έχει διαδοθεί ακόμα η χρήση του, θεωρείται σχεδόν βέβαιο ότι θα αντικαταστήσει το Perizin. Το μεγάλο πλεονέκτημα των ταινιών coumaphos είναι ότι καταπολεμούν εκτός από τη βαρρόα και ένα νέο εχθρό της μέλισσας που εμφανίστηκε στην Αμερική, το Aethina tumida Marey (Sanford et al, 1999).
Τα υπολείμματα coumaphos στο μέλι είναι υψηλότερα όταν τα δείγματα λαμβάνονται από
τη γονοφωλιά και όχι από το μελιτοθάλαμο (Taccheo et al, 1988c). Επίσης μεγαλύτερες συγκεντρώσεις υπολειμμάτων έχουμε όταν το φάρμακο δίνεται με ζαχαροζύμαρο παρά με έγχυση (Catjuskova et al, 1990). Εκτός από τα παραπάνω και το χρονικό διάστημα μεταξύ επέμβασης και δειγματοληψίας επηρεάζει σημαντικά το ύψος των υπολειμμάτων. Ως φάρμακο είναι πολύ σταθερό στο μέλι, αλλά λόγω του ισχυρά λιπόφιλου χαρακτήρα του μεταφέρεται γρήγορα στο κερί. Εκεί πλέον δεν αποδομείται αλλά παραμένει ακόμα και μετά τη μετατροπή σε φύλλα κηρήθρας (Krieger 1991, Wilhelmina and Van Buren 1992).
cymiazole:
Πρόκειται για τη δραστική ουσία του φαρμακευτικού σκευάσματος Apitol. Είναι το δεύτερο διασυστηματικό φάρμακο μετά το coumaphos και ένα από τα λίγα υδατοδιαλυτά φάρμακα που χρησιμοποιούνται στη μελισσοκομία. Αυτό δημιούργησε φόβους για πιθανή συγκέντρωση του στο μέλι και όχι στο κερί, όπως τα υπόλοιπα φάρμακα που αναφέραμε. Είναι το τρίτο από τα κτηνιατρικά φάρμακα για τα οποία έχουν οριστεί Α.Ε.Ο.Υ. στο μέλι, παρά το γεγονός ότι δεν χρησιμοποιέιται στην Ελλάδα. Το Α.Ε.Ο.Υ. της cymiazole είναι 1 mg/kg, σημαντικά υψηλότερο από αυτά του coumaphos και του amitraz. Παρασκευάστρια εταιρεία είναι η Giba-Geigy και οι τρόποι εφαρμογής του φαρμάκου είναι με διαβροχή, με έγχυση υδατικού διαλύματος και με την προσθήκη του σε
σιρόπι. Δεν υπάρχουν επαρκείς εργασίες για υπολείμματα της συγκεκριμένης δραστικής ουσίας στο μέλι καθώς δεν είναι διαδεδομένη η χρήση του.
flumethrin: 
Το φαρμακευτικό σκεύασμα είναι το Bayvarol, ενώ εταιρεία παραγωγής η Bayer. Η χρήση του γίνεται με τη μορφή πλαστικών ταινιών. Η πολύ μικρή συγκέντρωση που απαιτείται ανά εφαρμογή και η χαμηλή υδατοδιαλυτότητα του, είναι οι κύριοι λόγοι που δεν ανιχνεύονται υπολείμματα αυτού του φαρμάκου στο μέλι και δε θεωρείται αναγκαίος ο καθορισμός ΑΕΟΥ (Wallner, 1998). Χρησιμοποιείται ιδιαίτερα στην κτηνοτροφία ενώ έχουν καθοριστεί ΑΕΟΥ για πλήθος κτηνοτροφικών προϊόντων τόσο στην Ευρώπη όσο και στην Αμερική. Είναι δραστική ουσία με ιδιότητες παρόμοιες με του tau fluvalinate. Επίσης είναι ένα από τα πέντε εγκεκριμένα σκευάσματα που κυκλοφορούνστην Ελλάδα. Δυστυχώς όμως οι τελευταίες ενδείξεις που υπάρχουν, δείχνουν ότι η βαρρόα απέκτησε ανθεκτικούς κλώνους, πράγμα που καθιστά αμφίβολη την αποτελεσματικότητα του.
tau fluvalinate:
Κυκλοφορεί ως δραστική ουσία τριών φαρμακευτικών σκευασμάτων (Apistan, Mavrik, Klartan). Από τα σκευάσματα αυτά μόνο τα δύο πρώτα κυκλοφορούν στην Ελλάδα, ενώ το Apistan είναι το μόνο εγκεκριμένο. Η μορφή του σκευάσματος σε ταινίες είναι πολύ πιθανό να προκαλέσει σημαντικά υπολείμματα αν διατηρηθεί στην κυψέλη για περισσότερες από 6 εβδομάδες ανά επέμβαση. Επίσης οι Μπαλαγιάννης και Σαντάς αναφέρουν ότι η υπολειμματικότητα του αυξάνει σε συνθήκες αποθήκης παρά μέσα στην κυψέλη – πιθανότατα λόγω μη μεταφοράς στο κερί. Ειδικά κατά τη χρήση του ως διάλυμα απαιτούνται εξαιρετικά μικρές συγκεντρώσεις που καθιστούν απίθανη τη μόλυνση των προϊόντων της κυψέλης με υπολείμματα. Ήταν το πιο ευρέως χρησιμοποιούμενο ακαρεοκτόνο την τελευταία δεκαετία, αλλά οι ενδείξεις ότι αναπτύχθηκαν ανθεκτικοί κλώνοι του ακάρεος οδηγούν στη σταδιακή αντικατάσταση του (Elzen et al, 2000). Στον πίνακα 4 παρατίθενται αποτελέσματα εργασιών που έχουν δημοσιευτεί και αφορούν σε υπολείμματα του tau fluvalinate σε μέλι.
bromopropylate:
Η χρήση του άρχισε το 1975 αλλά εγκαταλείφθηκε λόγω του δύσκολου τρόπου εφαρμογής του (υποκαπνιστικές ταινίες) και των σημαντικών υπολειμμάτων που ανιχνεύονταν στο μέλι. Η χρήση του ήταν ιδιαίτερα εκτεταμένη στην Κεντρική Ευρώπη, γι’ αυτό πολλές εργασίες προέρχονται από τη Γερμανία, την Ελβετία και το Βέλγιο. Μέλι σε ασφράγιστες κηρήθρες συγκεντρώνει μεγαλύτερη ποσότητα Bromopropylate απ’ ότι σε σφραγισμένες.
malathion:
Χρησιμοποιείται αρκετά από τους Έλληνες μελισσοκόμους.Είναι ιδιαίτερα μελισσοτοξικό φάρμακο και αυτός είναι ο λόγος που απαιτείται μεγάλη προσοχή κατά την εφαρμογή του. Μια ελάχιστα αυξημένη δόση μπορεί να αποβεί μοιραία για το μελίσσι, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για την υγρή μορφή του. Εργασίες όσον αφορά την αποδόμηση του έχουν γίνει από τους Θρασυβούλου και Παππά (1988), καθώς επίσης και από τους Μπαλαγιάννη και Σαντά (1989). Τα αποτελέσματα των δυο εργασιών συγκλίνουν μεταξύ τους, προσδιορίζοντας το χρόνο αποδόμησης στους τρεις μήνες.

ΑΝΤΙΒΙΟΤΙΚΑ

Η χρήση κάθε μορφής αντιβιοτικού και η παρουσία υπολειμμάτων στο μέλι και στα άλλα
προϊόντα κυψέλης κρίνεται πλέον παράνομη και μπορεί να οδηγήσει σε επιστροφή ολόκληρων φορτίων από τις χώρες εισαγωγής ή ακόμα και καταστροφή του συγκεκριμένου προϊόντος.
Παρακάτω γίνεται αναφορά στα σημαντικότερα αντιβιοτικά που χρησιμοποιήθηκαν στο παρελθόν στο χώροτης μελισσοκομίας.
chloramphenicol: 
Το πλέον επικίνδυνο από τα χρησιμοποιούμενα αντιβιοτικά είναι η χλωροφαινυκόλη. Είναι ύποπτη πρόκλησης σοβαρών προβλημάτων υγείας στον άνθρωπο και ιδιαίτερα απλαστικής αναιμίας. Πρόκειται για πολύ σοβαρή ασθένεια του αίματος, που είναι πιθανό να οδηγήσει σε θάνατο. Το σημαντικότερο πρόβλημα με τη χλωροφαινυκόλη παρουσιάζουν τα προϊόντα που προέρχονται από την Κίνα. Η Ε.Ε στην προσπάθεια της να προστατέψει τους καταναλωτές απαγόρευσε την εισαγωγή κινεζικών προϊόντων ζωικής προέλευσης μέχρις ότου ξεπεραστεί το πρόβλημα με το συγκεκριμένο
αντιβιοτικό. Όσον αφορά τα μελισσοκομικά προϊόντα, η απαγόρευση περιλάμβανε το μέλι και τον βασιλικό πολτό. Από όσο είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε, η χλωροφαινυκόλη δεν έχει χρησιμοποιηθεί στην Ελλάδα.
oxytetracycline:
Κυκλοφορεί με την ονομασία τεραμυκίνη και χρησιμοποιήθηκε ευρέως στην Ελλάδα για την καταπολέμηση της Αμερικάνικης και της Ευρωπαϊκής Σηψιγονίας.
Υπό κανονικές συνθήκες διασπάται σε 6-10 εβδομάδες (Matsuka & Nakamura, 1990 Gilliam et al, 1979). Υπάρχουν όμως περιπτώσεις που διατηρείται μέχρι τρία χρόνια στο μέλι όταν βρίσκεται σε υψηλές συγκεντρώσεις (Shakaryan & Akopyan, 1973). Στη σταθερότητα αυτή συμβάλλουν η οξύτητα, το ιξώδες και τα οργανικά οξέα του μελιού (Gilliam et al.,1979). Υπάρχουν ενδείξεις εμφάνισης του συγκεκριμένου αντιβιοτικού στο προϊόν που παράγουν οι μέλισσες κατά την τροφοδότηση με σιρόπι (Gilliam et al 1979, Corner & Gochnauer 1971). Επίσης, πρέπει να αναφερθεί ότι είναι πολύ ανθεκτική στη θέρμανση καθώς μετά από τρεις διαδοχικές θερμάνσεις του μελιού στους 90ο C για χρονικό διάστημα 30 λεπτών, το 1,2% της αρχικής ποσότητας του αντιβιοτικού παρέμεινε αδιάσπαστο (Shakaryan & Akopyan, 1972 & 1973).
sulfathiazole:
Είναι από τα πιο χρησιμοποιούμενα και ταυτόχρονα πιο σταθερά στο μέλι αντιβιοτικά (Bonvehi & Pajuelo, 1983) που ανήκει στις σουλφοναμίδες. Στη χώρα μας δεν παρατηρείται χρήση του σε μεγάλη κλίμακα. Παρόλα αυτά οι έλεγχοι που γίνονται είναι λίγοι και συνεπώς δεν υπάρχουν αξιόπιστα αποτελέσματα από τον Ελληνικό χώρο. Στις υπόλοιπες Ευρωπαϊκές χώρες που πραγματοποιούνταν αναλύσεις παρουσιαζόταν τακτικότατα και σε υψηλές συγκεντρώσεις. Σε μια περίπτωση στην Ολλανδία βρέθηκε σε θυμαρίσιο ελληνικό μέλι συγκέντρωση 0.1 mg/kg.
streptomycin: 
Αντιβιοτικό που χρησιμοποιήθηκε στην Ελλάδα τις τελευταίες δεκαετίες χωρίς πάντως να υπάρχει έγκριση. Τα προβλήματα που μπορεί να προκαλέσει εντοπίζονται στην ωτοτοξικότητα και νεφροτοξικότητα. Θεωρείται πιο επικίνδυνη από την οξυτετρακυκλίνη και λιγότερο επικίνδυνη από τη sulfathiazole και τη chloramphenicol σε ότι αφορά στις παρενέργειες και στην πιθανότητα παρουσίας υπολειμμάτων.
fumagillin: 
Πρόκειται για τη δραστική ουσία του σκευάσματος fumidil που χρησιμοποιήθηκε από τους μελισσοκόμους για την αντιμετώπιση της νοσεμίασης. Δεν υπάρχουν πολλές εργασίες που να αναφέρονται σε υπολείμματα του αντιβιοτικού αυτού στα προϊόντα κυψέλης. Η χρήση του fumidil στη μελισσοκομία είναι πλέον απαγορευμένη και τυχόν υπολείμματα θα έχουν ως συνέπεια την επιβολή κυρώσεων στους παραβάτες.
Στην παγκόσμια μελισσοκομία χρησιμοποιήθηκαν και άλλα αντιβιοτικά όπως η τυλοσύνη,
οι β-lactams και η ερυθρομυκίνη. Ένα από τα παραπάνω, η τυλοσίνη, πήρε έγκριση για
χρήση στις Η.Π.Α. με τη μορφή του σκευάσματος Tylan.
Καραζαφείρης Εμμανουήλ & Τανανάκη Χρυσούλα (2006)

Δημοσίευση σχολίου

Copyright © XΡΥΣΟ ΜΕΛΙ ΖΑΚΥΝΘΟΥ. Designed by John Tsipas