Οι μέλισσες χρειάζονται συγκεκριμένα θρεπτικά συστατικά για την επιβίωση και την ανάπτυξη τους. Καλύπτουν αυτές τις ανάγκες τους από το νέκταρ και τη γύρη των φυτών. Αλλά από το φθινόπωρο και ειδικά το χειμώνα, αφού οι μέλισσες δεν μπορούν να καλύψουν φυσικά αυτές τις ανάγκες από τα φυτά, πρέπει να προσαρμόσουν τον κύκλο ζωής τους: Αναπτύσσονται την άνοιξη (όταν υπάρχει μεγάλη ανθοφορία), συλλέγουν γύρη και νέκταρ το καλοκαίρι, μειώνουν τον πληθυσμό τους το φθινόπωρο και διαχειμάζουν με μικρούς πληθυσμούς και με πολλά εφόδια το χειμώνα, εξασφαλίζοντας την επιβίωσή τους μέχρι την επόμενη άνοιξη.
Οι μέλισσες παράγουν και αποθηκεύουν τα προϊόντα τους (μέλι, κερί, πρόπολη κλπ.) για δική τους χρήση. Μπορούν να επιβιώσουν τρώγοντας μέλι κατά τη διάρκεια του χειμώνα και σε άλλες περιόδους όταν η γύρη και το νέκταρ δεν είναι διαθέσιμα. Οι μελισσοκόμοι στην πραγματικότητα “κλέβουν” ένα μέρος αυτού του αποθέματος έκτακτης ανάγκης, όταν συγκομίζουν το μέλι. Εάν όμως η συγκομιδή γίνει σε λογικά πλαίσια, οι μέλισσες θα αντιμετωπίσουν την «κλοπή» και θα αντικαταστήσουν την ποσότητα του μελιού που λαμβάνεται από τον άνθρωπο, συνεχίζοντας τον κύκλο ζωής τους χωρίς περαιτέρω προβλήματα. Σε καλές συνθήκες, μια μέση υγιής κυψέλη συγκεντρώνει περίπου 73 κιλά μελιού σε ένα χρόνο και μπορεί να καταναλώσει έως και 59 κιλά. Έτσι, υπάρχει ένα μέσο πλεόνασμα 14 κιλών ή και περισσότερο, το οποίο μπορεί να συλλέγεται από τους μελισσοκόμους.
Η τροφοδοσία των μελισσών είναι η παρέμβαση του μελισσοκόμου στη διατροφική λειτουργία των κυψελών, είτε παρέχοντας φυσικά προϊόντα (μέλι) είτε επεξεργασμένα (ζάχαρη). Η παρέμβαση αποσκοπεί κυρίως στο να αντισταθμίσει τη συγκομιδή των μελισσοκόμων (αυτό που αφαιρούμε) κατά τη διάρκεια του χειμώνα και να τονώσει την εκτροφή των γόνων. Προσθέτουμε επίσης τροφή όταν εισάγουμε μια νέα βασίλισσα στην κυψέλη. Τέλος, προσθέτουμε τροφή τους μήνες που δεν έχουμε αρκετή ανθοφορία (όπως νωρίς την άνοιξη ή στο τέλος του καλοκαιριού).
H πιο δημοφιλής τροφή είναι το σιρόπι ζάχαρης. Οι μελισσοκόμοι δεν χρησιμοποιούν ποτέ καστανή ζάχαρη ή ζάχαρη με πρόσθετα, καθώς μπορεί να προκαλέσουν δυσεντερία. Το αραιό σιρόπι ζάχαρης σε αναλογία 1/1 (1 μέρος κρυσταλλικής ζάχαρης και 1 μέρος νερού) είναι το καλύτερο και πιο δημοφιλές για την τόνωση της εκτροφής του γόνου. Πολλοί μελισσοκόμοι αρχίζουν την εκτροφή με αραιό σιρόπι ζάχαρης για 10 ημέρες, με ημερήσιες δόσεις 7-9 ουγκιές. (200-250 g). Αυτή η δοσολογία γίνεται αρχικά και ο μελισσοκόμος πρέπει παρακολουθεί στενά και κάνει συνεχείς βελτιώσεις. Δεν χρειάζεται να βράζετε το νερό όταν προετοιμάζετε το σιρόπι, μπορείτε να το θερμαίνετε σε θερμοκρασία 120-140oF (50-60oC). Το πυκνό σιρόπι ζάχαρης περιέχει 2 μέρη ζάχαρης και 1 μέρος νερού. Δεν πρέπει να γίνεται εκτροφή των μελισσών με πυκνά σιρόπια κατά τη διάρκεια της συλλογής και αποθήκευσης του μελιού (Απρίλιο με Αύγουστο). Γενικά, τα αραιά σιρόπια ζάχαρης χρησιμοποιούνται κατά τη διάρκεια της άνοιξης και του καλοκαιριού, ενώ τα πιο πυκνά χρησιμοποιούνται κατά το τέλος του φθινοπώρου ως μέτρο προετοιμασίας της κυψέλης για το χειμώνα. Πολλοί μελισσοκόμοι χρησιμοποιούν επίσης μείγματα από 2 μέρη ζάχαρης και 1 μέρος νερού, στα οποία προσθέτουν αιθέρια έλαια θυμαριού (ζητήστε συμβουλές από ειδικούς). Τα σιρόπια ζάχαρης τοποθετούνται συχνά σε ρηχά πιάτα, όπου έχουν προστεθεί διάφορα μικρά κομμάτια ξύλου. Με αυτό τον τρόπο βοηθάμε τις μέλισσες να σταθούν στα πλωτά κομμάτια του ξύλου και να πιουν το σιρόπι χωρίς να πνιγούν.
Άλλοι μελισσοκόμοι χρησιμοποιούν ειδικά γλυκαντικά και ζαχαρόπαστες. Να έχετε υπόψη ότι όλα αυτά τα σιρόπια και τα γλυκαντικά τοποθετούνται προσεκτικά μέσα στις κυψέλες, διότι διαφορετικά μπορεί να προσελκύσουν άλλα έντομα και αρπακτικά. Μερικοί μελισσοκόμοι αναφέρουν ότι σε εξαιρετικά σπάνιες περιπτώσεις προσθέτουν 5 λίβρες (2,2 kg) κρυσταλλικής ζάχαρης μέσα στην κυψέλη, με σκοπό την αποτροπή του θανάτου των μελισσών από πείνα, που συχνά συμβαίνει σε κάποιες περιοχές κατά τη διάρκεια ενός δύσκολου χειμώνα. Στον Καναδά, όπου η θερμοκρασία πέφτει συχνά κάτω από -22 ° F (-30 ° C), μερικοί μελισσοκόμοι βάζουν συχνά μια ποσότητα ζάχαρης 50 λίβρες (22 kg) μέσα στην κυψέλη. Να έχετε υπόψη ότι η ζάχαρη με πρόσθετα μπορεί να δημιουργήσει δυσεντερία. Εκτιμάται ότι για μια μέση ασθενική κυψέλη των 5 πλαισίων, οι 3 λίβρες (1,3 kg) τροφής είναι αρκετές για 2 εβδομάδες κατά τη διάρκεια του χειμώνα. Η γύρη είναι επίσης απαραίτητη. Πολλοί μελισσοκόμοι χρησιμοποιούν γλυκαντικό μίγμα με γύρη σε σκόνη, αν δεν υπάρχει επαρκές απόθεμα στην κυψέλη. Αν και η φυσική γύρη είναι η καλύτερη, μπορείτε να βρείτε υποκατάστατα γύρης σε καλή τιμή σε εξειδικευμένα καταστήματα. Συχνά παρασκευάζονται από αλεύρι σόγιας, ζύμη ζυθοποιίας, ξηρό γάλα και βιταμίνη C.
Θα πρέπει να γνωρίζουμε ότι οι μέλισσες πρέπει να έχουν συνεχή πρόσβαση σε φρέσκο και καθαρό νερό για να επιβιώσουν και να αναπτυχθούν. Έτσι, ο τόπος που θα επιλέξουμε πρέπει να έχει μια φυσική ή τεχνητή πηγή νερού σε κοντινή απόσταση. Οι περισσότεροι μελισσοκόμοι τοποθετούν μικρά κομμάτια ξύλου ή άλλου υλικού μέσα σε ρηχά πιατάκια, έτσι ώστε να βοηθήσουν τις μέλισσες να σταθούν σε αυτά τα πλωτά κομμάτια και να πίνουν νερό χωρίς να υπάρχει ο κίνδυνος πνιγμού.
Oι μέλισσες απαιτούν για την επιβίωσή τους πρωτεΐνες (αμινοξέα), υδατάνθρακες (ζάχαρα), λιπίδια (λιπαρά οξέα, στερόλες), βιταμίνες, ανόργανα άλατα(άλατα), και νερό. Αυτές οι θρεπτικές ουσίες πρέπει να βρίσκονται στην διατροφή σε καθορισμένη ποιοτική και ποσοτική αναλογία για τη βέλτιστη ανάπτυξη και ευζωία του πληθυσμού.
Πρωτεΐνες και αμινοξέα
Οι ενήλικες μέλισσες, ηλικίας 1 έως 14 ημερών, λαμβάνουν τις πρωτεΐνες από τη γύρη που οι συλλέκτριες συλλέγουν και φέρνουν στην κυψέλη.
Ο γόνος, οι προνύμφες των μελισσών, λαμβάνουν τις απαραίτητες πρωτεΐνες κατά τις 3 πρώτες ημέρες της ζωής τους, μέσω του βασιλικού πολτού, που παράγεται από τους υποφαρυγγικούς αδένες των νεαρών μελισσών και στη συνέχεια μέσω της τροφής, που επίσης φτιάχνουν οι νεαρής ηλικίας μέλισσες, «παραμάνες», ένα μίγμα γύρης, μελιού και δικών τους σιελογόνων εκκρίσεων.
Τέλος η βασίλισσα προσλαμβάνει τις απαραίτητες πρωτεΐνες από τον βασιλικό πολτό, που παράγουν οι «παραμάνες» μέλισσες και ο οποίος είναι η αποκλειστική της τροφή και κατά το στάδιο της προνύμφης αλλά και σ’ όλη της τη ζωή ως ενήλικη.
Εάν υπολογίσουμε ότι για τη διατροφή μίας προνύμφης απαιτούνται 100mgr γύρης, τότε απαιτείται 1 Kg γύρη για την εκτροφή περίπου 10.000 προνυμφών, δηλαδή 1 Kg ανά εβδομάδα, εάν η βασίλισσα ωοτοκεί 1.500ωά/ 24ωρο – 10.500 ωά/ 7 ημέρες.
Εάν λάβουμε υπ’ όψιν μας ότι σε μία μελισσοκομική χρονιά εκτρέφονται από ένα μελίσσι περίπου 200.000 μέλισσες, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι κάθε μελίσσι συλλέγει – μόνο για τις ανάγκες εκτροφής του γόνου και όχι για κατανάλωση από τις ακμαίες μέλισσες – 20 Kg γύρης.
Αντίστοιχα οι ακμαίες μέλισσες καταναλώνουν μεγάλα ποσά γύρης κατά τη διάρκεια των πρώτων 5-6 ημερών, μετά την έξοδό τους από το κελί, ώστε να μπορέσουν να ολοκληρώσουν την ανάπτυξή τους.
Αυτό αφορά κυρίως την ανάπτυξη των υποφαρυγγικών τους αδένων, οι οποίοι θα παράξουν τον βασιλικό πολτό.
Εάν σε εκείνη τη χρονική στιγμή δεν υπάρχει επάρκεια γύρης οι υποφαρυγγικοί αδένες δεν θα αναπτυχθούν επαρκώς και η παραγόμενη ποσότητα βασιλικού πολτού δεν θα μπορέσει να καλύψει τις ανάγκες της βασίλισσας, αλλά και των εκτρεφόμενων προνυμφών.
Έτσι η βασίλισσα υποσιτιζόμενη θα μειώνει την ωοτοκία της, ενώ οι εκτρεφόμενες προνύμφες θα εξελιχθούν σε «ασθενικές» και σύντομης ζωής ακμαίες μέλισσες.
Όσον αφορά όμως στη γύρη, ως τροφή των μελισσών, σημασία δεν έχει μόνο η επάρκεια (ποσότητα), αλλά και η ποιότητα.
Και η ποιότητα της γύρης καθορίζεται από την περιεκτικότητά της σε πρωτεΐνη, αλλά και τις ποσότητες συγκεκριμένων αμινοξέων.
Η περιεκτικότητα σε πρωτεΐνη των γύρεων ποικίλλει από 10% έως 36%.
Η γύρη κάποιων φυτών περιέχει πρωτεϊ’νη ανεπαρκή σε ορισμένα αμινοξέα που είναι κρίσιμα για την σωστή ανάπτυξη των μελισσών.
Όλα τα αμινοξέα εκτός από τη θρεονίνη, είναι κρίσιμα για την κανονική ανάπτυξη των ενήλικων μελισσών.
Με εξαίρεση την ιστιδίνη και την αργινίνη, τα άλλα αμινοξέα δεν μπορούν να συντεθούν από τις μέλισσες και πρέπει να ληφθούν μέσω της κατανάλωσης γύρης.
Αμινοξέα :
1. Average % in pollen
2. (crude protein, 26.3%)
3. Arginine (αργινίνη) 5.3
4. Histidine (ιστιδίνη) 2.5
5. Isoleucine (ισολευκίνη) 5.1
6. Leucine (λευκίνη) 7.1
7. Lysine (λυσίνη) 6.4
8. Methionine (μεθειονίνη) 1.
9. Phenyalalamine (φαινυλαναμίνη) 4.1
10. Threomine (θρεονίνη) 4.1
11. Trypotophane (θρυπτοφάνη) 1.4
12. Valine (βαλίνη) 5.8
Η ανάγκη για πρωτεΐνη μειώνεται όταν οι ακμαίες μέλισσες σταματούν να εκτρέφουν γόνο, να είναι παραμάνες (μεταξύ της 10ης και 14ης ημέρας της ενήλικης ζωής τους).
Στη συνέχεια, το κύριο στοιχείο της διατροφής τους γίνονται οι υδατάνθρακες.
Υδατάνθρακες
Το νέκταρ ή το μελίτωμα είναι η σημαντικότερη πηγή υδατανθράκων στην φυσική διατροφή των μελισσών.
Μπορεί να περιέχει διαλυτά στερεά από 5 έως 75 τοις εκατό (σάκχαρα) αν και συνήθως η περιεκτικότητά τους κυμαίνεται μεταξύ 25% και 40%.
Τα βασικά σάκχαρα που περιέχονται είναι σακχαρόζη, γλυκόζη και φρουκτόζη. Άλλα σάκχαρα που περιέχονται στο νέκταρ ή το μελίτωμα είναι η μαλτόζη, τρεαλόζη, μελεσιτόζη, ενώ σάκχαρα τα οποία βρίσκονται σε μικρότερες συγκεντρώσεις είναι η μαλτόζη, ραμινόζη, ξυλόζη, γαλακτόζη, αραβινόζη και λακτόζη. Τα τελευταία η μέλισσα δεν μπορεί να τα χρησιμοποιήσει, ενώ σε συγκεκριμένες συγκεντρώσεις μπορεί να προκαλέσουν και δηλητηρίαση στις μέλισσες.
Οι υδατάνθρακες δίνουν την απαραίτητη ενέργεια στις μέλισσες για να πετάξουν, να συλλέξουν, να κρατήσουν σταθερή τη θερμοκρασία στη γονοφωλιά, να χτίσουν κ.α
Ένα κανονικής ανάπτυξης μελίσσι υπολογίζεται ότι χρειάζεται για ένα έτος περίπου 130-220 κιλά νέκταρος ήτοι 32-55 κιλά μελιού.
Λιπίδια
Οι πληροφορίες για την ανάγκη για λιπίδια (λιπαρά οξέα, στερόλες και φωσφολιπίδια) των μελισσών είναι αποσπασματικές. Γενικά, τα λιπίδια χρησιμοποιούνται για τη παραγωγή ενέργειας και για τη λειτουργία των κυψελοειδών μεμβρανών των εντόμων. Κάτω από φυσιολογικές συνθήκες οι ανάγκες ενός μελισσιού σε λιπίδια καλύπτονται από την συλλεγόμενη γύρη.
Η περιεκτικότητα της γύρης σε λιπίδια παίζει σημαντικότατο ρόλο στην ελκυστικότητά της για τις μέλισσες και μάλιστα τα κριτήρια δεν είναι ποσοτικά (συνολική περιεκτικότητα) αλλά ποιοτικά (συγκέντρωση συγκεκριμένων λιπαρών ενώσεων). Γενικά έχει παρατηρηθεί ότι γύρη με υψηλό ποσοστό σε λιπίδια είναι πιο ελκυστικές στις συλλέκτριες μέλισσες.
Εκτός από τη διατροφική αξία της γύρης για τις ακμαίες μέλισσες, η συλλογή της αποτελεί προϋπόθεση για τις παραμάνες μέλισσες για την εκτροφή του γόνου, ενώ πιθανολογείται και η απολυμαντική της δράση στην κοινωνία. Έρευνες έχουν αποδείξει την ανασταλτική δράση που έχουν συγκεκριμένα λιπαρά οξέα, που υπάρχουν στη γύρη, όπως το λινολεϊκό οξύ, στην ανάπτυξη των βακτηρίων Melissococcus pluton και Paenibacillus larvae, υπεύθυνους παράγοντες για την Ευρωπαϊκή και Αμερικάνικη Σηψηγονία αντίστοιχα.
Βιταμίνες
Πηγή βιταμινών για τις μέλισσες είναι κυρίως η γύρη αλλά και το μέλι. Φαίνεται ότι η επάρκεια σε βιταμίνες της τροφής δεν επηρεάζει την διάρκεια ζωής των ενήλικων μελισσών αλλα είναι κρίσιμη για την εξέλιξη του γόνου. Έτσι οι μέλισσες που έχουν ιδιαίτερη ανάγκη σε βιταμίνες είναι οι παραμάνες μέλισσες, οι οποίες παράγουν το βασιλικό πολτό και τρέφουν και τη βασίλισσα και τις προνύμφες. Τέσσερεις βιταμίνες του συμπλέγματος Β, παντοθενικό, θειαμίνη, ριβαφλαβίνη και πυριδοξίνη, και οι βιταμίνες Α και Κ σχετίζονται άμεσα με την ανάπτυξη των υποφαρυγγικών αδένων και την εκτροφή του γόνου. Επίσης το γιβεριλικό οξύ και η ινοσιτόλη επηρεάζει την εξέλιξη της αναπτυσσόμενης μέλισσας.
Υπάρχουν στοιχεία ότι η μέλισσα έχει την δυνατότητα να παράγει κάποιες βιταμίνες, όπως το παντοθενικό οξύ, μέσω των μικροοργανισμών που διαβιούν στον εντερικό σωλήνα.
Ιχνοστοιχεία
Λίγα είναι γνωστά για τις ανάγκες των μελισσών σε ιχνοστοιχεία. Γενικά το κάλιο, ο φώσφορος και το μαγνήσιο, θεωρούνται απαραίτητα στοιχεία ζωής για τα έντομα, ενώ υψηλά επίπεδα ασβεστίου, νατρίου και χλωριούχου νατρίου δείχνουν τοξική επίδραση στις μέλισσες.
Πηγή ισχοστοιχείων στην διατροφή της μέλισσας είναι η γύρη. Κάλιο, μαγνήσιο, μαγγάνιο, χαλκός, σίδηρος, ψευφάργυρος, νικέλιο, σελίνιο, είναι μερικά από τα ιχνοστοιχεία που έχουν βρεθεί στη γύρη. Συνήθως η γύρη αποφέρει 2-4% στάχτη ή 1-7% ιχνοστοιχεία.
Μέλισσες που τροφοδοτήθηκαν με τροφή που περιείχε διάφορες συγκεντρώσεις ιχνοστοιχείων έδειξαν καλύτερη εκτροφή γόνου όταν το επίπεδο των ιχνοστοιχείων ήταν 0.5-1%.
Νερό
Το νερό συλλέγεται από τις μέλισσες και χρησιμοποιείται για τις δικές τους ανάγκες (επιβίωση), για την αραίωση του μελιού ή οποιασδήποτε τροφής τοποθετεί ο μελισσοκόμος στην κυψέλη, για την Παρασκευή της τροφής που δίνεται στις προνύμφες ηλικίας μεγαλύτερης των 3 ημερών και για την διατήρηση της θερμοκρασίας της γονοφωλιάς.
Σε κάθε μελίσσι υπάρχει μια εξειδικευμένη ομάδα μελισσών, που ασχολείται αποκλειστικά με τη συλλογή και μεταφορά νερού στην κυψέλη. Οι μέλισσες αυτές το 70% του νερού που συλλέγουν και μεταφέρουν στον πρόλοβό τους, σε οικιακές μέλισσες, οι οποίες με τη σειρά τους παίζουν τον ρόλο των αποθηκών νερού. Το υπόλοιπο νερό (30%) περνά στο κυρίως στομάχι της «νεροκουβαλήτρας» μέλισσας. Ένα μικρό μέρος χρησιμοποιείται και το υπόλοιπο αποβάλλεται με τα περιττώματα.
Όταν οι εργάτριες μέλισσες έχουν ανάγκη για νερό μπορούν να πετάξουν ακόμα και σε χαμηλότερες θερμοκρασίες, από εκείνες στις οποίες πετάνε για να συλλέξουν νέκταρ. Ιδιαίτερα κατά τους μήνες Μάρτιο – Μάιο, οπότε και αυξάνεται με ταχείς ρυθμούς η γονοφωλιά και οι ανάγκες για νερό είναι μεγάλες, μπορούν να πετάξουν και σε θερμοκρασία 7°-10°C.
Οι μέλισσες συλλέγουν νερό θερμοκρασίας 18°-32°C, ενώ αγνοούν νερό θερμοκρασίας μεγαλύτερης των 36°C. Επίσης προτιμούν νερό με αλάτι, όταν όμως η περιεκτικότητα του αλατιού στο νερό ξεπεράσει το 1%, τότε οι μέλισσες δε το συλλέγουν.
Οι μέλισσες ενός μελισσιού συλλέγουν περίπου 0.5 του λίτρου νερό ανά ημέρα. Σε ζεστές ημέρες η ποσότητα αυτή μπορεί να φτάσει τα 2 λίτρα, ενώ έχει υπολογιστεί ότι όταν επικρατεί καύσωνας ένα μελίσσι μπορεί να συλλέξει εως και 5 λίτρα νερού την ημέρα.
ΠΗΓΗ:
Δρ. Σοφία Γούναρη Ερευνήτρια Γ’ Ινστιτούτο Κτηνιατρικών Ερευνών Αθηνών..
Δημοσίευση σχολίου