Συνήθως η συνταγή ακολουθεί το άρθρο,
αλλά καθώς οι περισσότεροι θα ενδιαφερθούν κυρίως για τη συνταγή και όχι τόσο
για την ιστορία του Σαλεπιού, θα το πάμε λίγο ανάποδα αυτή τη φορά.
Υλικά:
- ένα φλιτζάνι γάλα (ή νερό)
- μισό κουταλάκι σαλέπι
- μία πρέζα κανέλα
- μισή πρέζα μοσχοκάρυδο
- ελάχιστο πιπερόριζα (τζίντζερ)
- μία κουταλιά της σούπας μέλι
- ένα φλιτζάνι γάλα (ή νερό)
Όπως εύκολα μπορεί να υποθέσει κάποιος,
μόνο βλέποντας τα υλικά αυτού του ροφήματος, καταλαβαίνει πως πρόκειται για
προϊόν θρεπτικό, γευστικό και προπάντων παραδοσιακό ελληνικό, που κάνει όλα τα
μοντέρνα ροφήματα υγείας και υπερτροφών να ωχριούν μπροστά του. Ας δούμε πως
γίνεται…
Εκτέλεση:
Σε ένα κατσαρολάκι σε μέτρια φωτιά,
ζεσταίνουμε το γάλα μαζί με το μέλι. Προαιρετικά μπορούμε να προσθέσουμε και τα
μπαχαρικά (κανέλα, πιπερόριζα και μοσχοκάρυδο) αν και οι περισσότεροι τα
προσθέτουν στο τέλος κατά το σερβίρισμα. Μόλις πάρει μία βράση, ρίχνουμε σε ένα
μπολ μικρή ποσότητα του υγρού και προσθέτουμε το σαλέπι ανακατεύοντας καλά για
να μη σβολιάσει. Σιγά σιγά προσθέτουμε και άλλο γάλα στο σαλέπι και μόλις έχει
ομογενοποιηθεί καλά το επιστρέφουμε όλο πίσω στο κατσαρολάκι με το υπόλοιπο
γάλα. Σιγοβράζουμε για 5 λεπτά ακόμα. Τέλος σερβίρουμε προσθέτοντας τα
μπαχαρικά και πίνουμε όσο είναι καυτό.
Λίγα λόγια ακόμα για το σαλέπι
Το σαλέπι υπάρχει ακόμα στους δρόμους
της Τουρκίας, ακριβώς όπως και η μπόζα υπάρχει σε αυτούς της Βουλγαρίας,
δημιουργώντας έτσι σε όλους την λανθασμένη εντύπωση πως ανήκουν στην παράδοση
των γειτόνων μας. Ακόμα και αν είναι λίγοι πια αυτοί που το θυμούνται
παλιότερα, αυτά τα ροφήματα ανήκαν στη δική μας παράδοση, η οποία μάλιστα όπως
συμβαίνει τις περισσότερες φορές ξεκινούσε από τη πασίγνωστη αρχαία Ελλάδα.
Δυστυχώς, η φιλοπρόοδη φύση του Έλληνα είναι τέτοια που συχνά τον κάνει να
αφήνει πίσω του ακόμα και κομμάτια της παράδοσής του που είναι πολύ σημαντικά,
με αποτέλεσμα να δίνει τη δυνατότητα σε άλλους να τα οικειοποιούνται (σχόλιο
σαφώς επηρεασμένο από την επικαιρότητα με το Σκοπιανό).
Το σαλέπι ήταν γνωστό σαν βότανο, από τα
χρόνια του Ασκληπιού και του Ιπποκράτη, οι οποίοι του θεωρούσαν θαυματουργό
καταπραϋντικό για το στομάχι, το βήχα, μαλακτικό για το λαιμό και
αποσυμφορητικό του αναπνευστικού. Ακόμα, εκτός των άλλων, του αποδίδονταν
τονωτικές και αφροδισιακές, καθώς επίσης χαλαρωτικές και αγχολυτικές ιδιότητες.
Λέγεται πως ο πρώτος που εντόπισε το
συγκεκριμένο λουλούδι ήταν ο Θεόφραστος, ο οποίος του έδωσε το όνομα ορχιδέα
(lat. Orchis mascula), λόγω του σχήματος των βολβών του. Λέγεται πως το πήραν
μαζί τους οι Μικρασιάτες και ότι από αυτούς το έμαθαν οι Τούρκοι. Ο Γαληνός το
αποκαλούσε σερνικοβότανο και τόνιζε τη δύναμή του να επουλώνει τις πληγές του
στομάχου και του εντέρου, αλλά και να ανακουφίζει από τον έντονο βήχα.
Σήμερα γνωρίζουμε πως οι θεραπευτικές
του ιδιότητες οφείλονται στις φαρμακευτικές ουσίες αραβίνη και τραγακανθίνη,
καθώς επίσης και στη μεγάλη συγκέντρωση αμύλου που δημιουργεί ένα υγρό πηκτό
και κολλώδες και είναι κατάλληλο για την ανακούφιση του βήχα, του άσθματος και
του στομαχόπονου, δρα κατά της δυσεντερίας και τονώνει σημαντικά το
ανοσοποιητικό σύστημα (πλούσιο σε μεταλλικά άλατα όπως φώσφορο και ασβέστιο).
Δημοσίευση σχολίου