ΚΑΤΙ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΞΕΧΝΑΜΕ
ΕΜΕΙΣ ΟΙ ΜΕΛΙΣΣΟΚΟΜΟΙ ΕΙΝΑΙ ΟΤΙ ΟΛΟΙ ΚΑΤΑ ΒΑΘΟΣ ΕΙΜΑΣΤΕ ΑΛΛΕΡΓΙΚΟΙ ΣΤΙΣ
ΜΕΛΙΣΣΕΣ ΚΑΙ ΟΠΟΙΟΣ ΝΟΜΙΖΕΙ ΟΤΙ ΑΥΤΟΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΓΕΛΙΕΤΑΙ.
ΣΕ ΒΑΘΟΣ ΧΡΟΝΟΥ, ΟΠΩΣ ΛΕΝΕ ΟΙ ΓΙΑΤΡΟΙ
ΑΦΟΥ ΔΕΧΘΟΥΜΕ ΠΟΛΛΑ ΤΣΙΜΠΗΜΑΤΑ ΔΙΧΕΤΕΥΕΤΑΙ ΠΟΛΥ ΔΗΛΗΤΗΡΙΟ ΣΤΟ ΑΙΜΑ ΜΑΣ ΚΑΙ ΜΕ
ΤΟΝ ΚΑΙΡΟ ΓΙΝΟΜΑΣΤΕ ΑΛΛΕΡΓΙΚΟΙ ΟΠΩΣ ΣΥΝΑΙΒΕΙ ΚΑΙ ΣΕ ΓΝΩΣΤΑ ΜΟΥ ΑΤΟΜΑ.
ΓΙ΄ ΑΥΤΟ ΘΕΩΡΗΣΑ ΣΚΟΠΙΜΟ ΝΑ ΑΝΑΦΕΡΩ ΤΑ
ΠΑΡΑΚΑΤΩ, ΓΙΑΤΙ ΟΛΟΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΡΟΛΑΜΒΑΝΟΥΜΕ ΠΡΙΝ ΝΑ ΜΑΣ ΣΥΜΒΕΙ ΚΑΤΙ ΚΑΚΟ,
ΕΠΕΙΔΗ ΤΟΤΕ ΘΑ ΕΙΝΑΙ ΠΟΛΥ ΑΡΓΑ ΚΑΙ ΔΕΝ ΕΝΝΟΩ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ ΑΛΛΑ ΦΑΝΤΑΣΤΕΙΤΑΙ ΝΑ
ΖΕΙΤΕ ΑΠΟ ΤΑ ΜΕΛΙΣΣΙΑ ΚΑΙ ΝΑ ΣΑΣ ΑΝΑΦΕΡΕΙ Ο ΓΙΑΤΡΟΣ ΟΤΙ ΕΙΣΤΕ ΑΛΛΕΡΓΙΚΟΙ, ΤΟΤΕ
ΚΑΤΑΛΑΒΑΙΝΕΤΑΙ.
Η έναρξη των επικίνδυνων για τη ζωή του
θύματος σημείων γίνεται μέσα σε 10 λεπτά από τη στιγμή του τσιμπήματος . Ο
θάνατος από αναφυλακτική αντίδραση συμβαίνει μέσα σε .μια ώρα μετά το τσίμπημα
του υμενοπτέρου, στις περισσότερες περιπτώσεις, και συνήθως μετά από ένα
τσίμπημα. Οι όψιμοι θάνατοι συχνά σχετίζονται με πολλαπλά τσιμπήματα, ή με
σοβαρή υποξική βλάβη του κεντρικού νευρικού συστήματος, μετά την επιβίωση του
ασθενούς από την οξεία φάση της αναφυλαξίας.
Μεγάλες τοπικές αντιδράσεις:Οίδημα στο
σημείο του τσιμπήματος με διάμετρο > 10 cm που διαρκεί > 24 h.
1ου Βαθμού : Γενικευμένη κνίδωση , κνησμός, κακουχία
2ου Βαθμού : Ο,τιδήποτε από τα πιο πάνω
και επιπλέον δύο ή περισσότερα από τα πιο κάτω: αγγειοοίδημα (θεωρείται 2ου
Βαθμού αν υπάρχει μόνο του), αίσθημα σφιξίματος στο θώρακα, ναυτία, έμετος,
διάρροια, κοιλιακός πόνος, ζάλη.
3ου Βαθμού : Ο,τιδήποτε από τα πιο πάνω
και επιπλέον δύο ή περισσότερα από τα ακόλουθα: δύσπνοια, συριγμός (ο,τιδήποτε
από αυτά μόνο του χαρακτηρίζεται ως 3ου Βαθμού αντίδραση), δυσφαγία, δυσαρθρία,
Βρόγχος φωνής, αδυναμία, διανοητική σύγχιση, συναίσθημα επικείμενης
καταστροφής.
4ου Βαθμού : Ο,τιδήποτε από τα παραπάνω
και επιπλέον δύο ή περισσότερα από τα ακόλουθα: πτώση της αρτηριακής πίεσης,
κατέρρειψη, απώλεια των αισθήσεων, απώλεια ούρων και κοπράνων, κυάνωση.
Ασυνήθιστες αντιδράσεις:
Πυρετός, αρθρίτιδα, εξάνθημα Προσβολή νεφρών Προσβολή νευρικού συστήματος
Καρδιακή προσβολή .
Από το γαστρεντερικό σύστημα ο άρρωστος
μπορεί να παρουσιάζει ναυτία, έμετο, κοιλιακές κράμπες και διάρροια.
Από το αναπνευστικό σύστημα πολλοί
ασθενείς παρουσιάζουν δυσκολία στην αναπνοή συνεπεία της απόφραξης των
βρόγχων. Παρατηρείται ελάττωση του αναπνευστικού ψιθυρίσματος και συριγμός.
Επιπλέον το οίδημα του λάρυγγα, αν έχει εγκατασταθεί, αυξάνει τη δυσκολία της
αναπνοής. Ο άρρωστος σ' αυτή την περίπτωση παρουσιάζει εισπνευστικό και
εκπνευστικό συριγμό και βράγχος της φωνής.
Προειδοποιητικό σημείο για το ξεκίνημα
του οιδήματος του λάρυγγα είναι ο κνησμός στο φάρυγγα, πνιγμονή, δυσκαταποσία
και βράγχος φωνής.
Από το καρδιοκυκλοφορικό σύστημα δυνατόν
να προκληθεί ζάλη ή αίσθημα προκάρδιων παλμών και αναφυ-λακτικό shock με
αρτηριακή υπόταση, απώλεια των αισθήσεων, ακράτεια των ούρων και των κοπράνων
και συμπτωματικά γενικευμένες κράμπες. Τα συμπτώματα από το καρδιοκυκλοφορικό
σύστημα σπανίως εκδηλώνονται μόνον αυτά. Συνήθως συνυπάρχουν με τα συμπτώματα
από το δέρμα, το αναπνευστικό και το γα-στρεντερικό σύστημα.
Υποκειμενικά συμπτώματα του ασθενούς που
έχει τσιμπηθεί από υμενόπτερο.
Τα πιο τυπικά είναι τα ακόλουθα:
• Παραισθησίες, κυρίως στα πέλματα των
ποδιών ή τις παλάμες των χεριών ή γύρω από το στόμα.
• Μεταλλική γεύση στο στόμα.
• Γενικευμένο κνησμό στην
πρωκτογεννητική χώρα.
• Πονοκέφαλο.
• Ένα αίσθημα θερμότητας σ' ολόκληρη την
κεφαλή, αλλά συχνά και σ' ολόκληρο το σώμα.
• Αίσθημα προκάρδιων παλμών.
• Συσφυκτικό αίσθημα στο θώρακα,
δυσχέρεια στην αναπνοή.
• Κοιλιακές κράμπες.
• Ζάλη.
• Αίσθημα επικειμένου θανάτου ή
καταστροφής.
Σε διάφορες μελέτες αναφέρεται ότι ο
θάνατος επήλθε στο 59-92% των θυμάτων μέσα σε μια ώρα από το τσίμπημα, ενώ το
81-96% απέθανε εντός της πρώτης ημέρας. Τα σημεία των θανατηφόρων τσιμπημάτων
ήταν κυρίως η κεφαλή, ο τράχηλος ή ο αυχένας και ο στοματοφά-ρυγγας.
Αδρεναλίνη και συμπαθομιμητικά φάρμακα
Η αδρεναλίνη διεγείρει τους α-αδρενεργικούς
υποδοχείς και προκαλεί αγγειοσύσπαση, κυρίως στην περιοχή των αρτηριολίων. Έτσι
αυξάνει η αρτηριακή πίεση και περιορίζεται η περαιτέρω εξαγγείωση υγρών από τα
τριχοειδή.
Η αδρεναλίνη δρα αμέσως, αν χορηγηθεί
ενδοφλεβίως και μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα, έως λεπτά μετά από ενδομυϊκή ή
υποδόρια χορήγηση. Η απορρόφηση της αδρεναλίνης φαίνεται να είναι ταχύτερη και
σταθερή, μετά από υποδόρια ένεσή της στην περιοχή του δελτοειδούς του βραχίονα,
παρά στο μηρό.
Η χορήγηση εισπνοών αδρεναλίνης από το
στόμα ανακουφίζει το βρογχόσπασμο και το οίδημα του αναπνευστικού βλεννογόνου
αμέσως. Αν γίνει σωστή χρησιμοποίηση της αυτόματης δοσιμετρικής συσκευής και
γίνει λήψη 10-20 συνεχών εισπνοών αδρεναλίνης παρατηρείται σημαντική αύξηση των
επιπέδων αδρεναλίνης του ορού, με ταχυκαρδία και αύξηση της συστολικής
αρτηριακής πίεσης.
Η ενδοφλέβια χορήγηση αδρεναλίνης πρέπει
να περιορίζεται σε ασθενείς που βρίσκονται σε σοβαρό shock, επαπειλουμένη
απόφραξη της ανώτερης αεροφόρας οδού ή σε καρδιακή ανακοπή. Σ' αυτή την περίπτωση
η δόση συνίσταται σε 0,1 mg ή 1 ml από το διάλυμα αδρεναλίνης 1:10.000, το
οποίο έχει αραιωθεί σε 10 ml φυσιολογικού ορού.
Αντιισταμινικά
Τα Η ! αντιισταμινικά ανακόπτουν τα
αποτελέσματα της δράσης της ισταμίνης, ήτοι τη συστολή των λείων μυϊκών ινών των
βρόγχων, των αιμοφόρων αγγείων και του εντέρου και την αυξημένη διαπερατότητα
των αγγείων. Η δράση τους υποτίθεται ότι οφείλεται στην ανταγωνιστική σύνδεσή
τους με την ισταμίνη στους ισταμινι-κούς υποδοχείς.
Θεραπεία του αναφυλακτικοΰ shock στο
Νοσοκομείο
Ο οποιοσδήποτε γιατρός δώσει τις πρώτες
βοήθειες σ' ένα άτομο με αναφυλακτικό shock, μετά από τσίμπημα
υμενοπτέρου.
Το θύμα τοποθετείται ύπτιο, σε θέση
shock και του χορηγείται οξυγόνο με ρυθμό 10-12 λίτρων/λεπτό, αν υπάρχει.
Αμέσως μετά χορηγείται υποδορίως ή ενδομυϊκούς αδρεναλίνη, σε δόση 0,3 ml, από
το διάλυμα 1:1000 (στον ενήλικο) και 0,01 ml/kg στα παιδιά. Αυτή η δόση μπορεί
να επαναληφθεί μετά από 10-20 λεπτά. Η ενδομυϊκή οδός προτιμάται, εφόσον ήδη ο
άρρωστος έχει υπόταση.
Πρώτα, λοιπόν, τοποθετεί το θύμα στη
θέση shock και του δίδει οξυγόνο, αν διαθέτει. Στις πολύ σοβαρές καταστάσεις η
αδρεναλίνη μπορεί να χορηγηθεί κατευθείαν και πολύ αργά ενδοφλεβίως, ή με
ενδοφλέβια στάγδην έγχυση, αφού πρώτα αραιωθεί, όπως περιγράφηκε πιο πάνω, σε
10 ml φυσιολογικού ορού. Ταυτόχρονα μεθοδεύεται η διακομιδή του ασθενούς στο
νοσοκομείο, όπου εισάγεται στη μονάδα εντατικής παρακολούθησης.
Εκεί βρίσκεται υπό συνεχή καταγραφή της
καρδιακής του λειτουργίας, μέτρηση της κεντρικής και της φλεβικής του πίεσης,
καθώς και των αερίων του αίματος του. Αν απαιτηθεί, γίνεται μαζική χορήγηση
υποκαταστάτων του αίματος, διόρθωση του ρΗ, χορηγούνται ενδοφλεβίως ουσίες, που
ανεβάζουν την αρτηριακή πίεση και, αν χρειαστεί, γίνεται διασωλήνωση της
τραχείας, τεχνητή αναπνοή, απινιδισμός και τοποθετείται ενδοαορτικό μπαλόνι
αντιρρόπησης της πίεσης
Πηγή
Πηγή
Δημοσίευση σχολίου