Aπό την Καλαµάτα, τη Μάνη και τη Σπάρτη,
µέχρι τη Χαλκιδική και τη Θάσο, αφήνει τις κυψέλες µε τα µελίσσια του, στις πιο
κατάλληλες περιοχές, για να του παράγουν υψηλής ποιότητας µέλι.
Η τριβή του Δημήτρη Ασημακόπουλου µε τη
µελισσοκοµία ξεκίνησε σχεδόν µε το που έµαθε να περπατάει, χωρίς υπερβολή καθώς
δεν έλειπε ποτέ από τις βόλτες του παππού του στις κυψέλες που διατηρούσε
µόνιµα, στην περιοχή της Θήβας, από το 1948. Την παράδοση συνέχισε ο πατέρας
του ∆ηµήτρη, µε αρχή 200 κυψέλες και παρ’ ότι ο ίδιος ήταν καθηγητής Θεολογίας,
τις µεγάλωσε σε αριθµό και αγοράζοντας ένα φορτηγό, τις έστηνε σε διαφορετικά
µέρη κι εκείνος σ’ ολόκληρη την Ελλάδα.
Με 2.500 παραγωγικές κυψέλες, ο κ.
Ασημακόπουλος παράγει γύρω στους 100 τόνους μέλι ετησίως.
Το 2009 ο ∆ηµήτρης τελείωσε το
Πολυτεχνείο στην Πάτρα, Χηµικός Μηχανικός, αλλά αντί να ασχοληθεί µε την
εφαρµογή των σπουδών του, πήρε τη σκυτάλη από τον πατέρα του, µεγαλώνοντας τον
αριθµό των κυψελών και µετατρέποντας τη µελισσοκοµία µέσα σε περίπου µια
δεκαετία, σε µια µεγάλη κι επικερδής επιχείρηση, πριν ακόµη κλείσει τα 32 του
χρόνια.
«Αυτή τη στιγµή συντηρούµε γύρω στις
2.500 παραγωγικές κυψέλες και παράγουµε γύρω στους 100 τόνους µέλι το χρόνο»,
λέει στην Agrenda ο κ. Ασηµακόπουλος.
Το µέλι διατηρεί παγκοσµίως στη χονδρική
την υψηλότερη τιµή ως προϊόν, αλλά ωστόσο το κόστος παραγωγής είναι εξίσου
υψηλό. Η λαϊκή αγορά ήταν το πρώτο στάδιο, αλλά ο ∆ηµήτρης δεν έχασε ποτέ το
ενδιαφέρον του για επέκταση στο εξωτερικό. Ήδη αποστέλλονται παραγγελίες στη
Γερµανία, µια χώρα που διατηρεί την πρωτιά στη διαχείριση του προϊόντος σ’
ολόκληρο τον κόσµο.
«Προσπαθούµε να εφαρµόζουµε σύγχρονους
και ασφαλείς µεθόδους για να έχουµε παραγωγή σίγουρη στις κυψέλες µας και
χαµηλό κόστος, σε κάθε στάδιο. Έχουµε 4 φορτηγά για να µεταφέρουµε τις κυψέλες,
νταλίκες και µικρά, και έχουµε πάρει κι ένα τρακτέρ, παρ’ ότι δεν έχουµε
χωράφια, για ν’ ανεβάζουµε τις κυψέλες στα βουνά, σε λάσπες και δύσβατα µέρη,
στο Μαίναλο κι αλλού. Στις άβατες περιοχές βγαίνει το καλύτερο µέλι», λέει στην
Αgrenda ο ∆ηµήτρης.
Οι εγκαταστάσεις του ∆ηµήτρη
Ασµακόπουλου στεγάζονται στο Ύπατο Βοιωτίας, σε ιδιόκτητο χώρο περίπου 900
τετραγωνικών µέτρων, µια µεγάλη µονάδα για τα ελληνικά δεδοµένα.
Γενικά οι κυψέλες παραµένουν αφύλακτες
στο χώρο που τοποθετούνται, αλλά σε ορισµένες ορεινές περιοχές όπως στην Κοζάνη
και τη Καστοριά, τις φράζει µε ηλεκτροφόρο σύρµα για τις αρκούδες.
Όταν οι κυψέλες τοποθετούνται σε
ιδιόκτητο µέρος δεν χρειάζονται άδεια. Αντίθετα, σε δηµόσιο χώρο πρέπει να
τηρούνται κάποιες προϋποθέσεις, όπως προκύπτουν από τη σχετική νοµοθεσία, όπως
η απόσταση 25 µέτρων από σπίτι ή δηµόσιο ασφαλτοστρωµένο δρόµο, 50 µέτρα µακριά
από πηγές που πίνουν τα ζώα νερό.
«Στο δεύτερο στάδιο παραγωγής, οι
κερήθρες µεταφέρονται στις αποθήκες µας όπου υπάρχουν τα πιο σύγχρονα
µηχανήµατα, όλα ανοξείδωτα, πάγκος απολεπισµού, όπου αφαιρείται το πρώτο λεπτό
στρώµα κεριού, για να µπεί µετά το µέλι στα φυγοκεντρικά µηχανήµατα, για να
βγεί καθαρό στα τοιχώµατα του βαρελιού και µετά αναλαµβάνει η αντλία για να το
µεταφέρει στις δεξαµενές ηρεµίας. Από εκεί βγαίνει τελικά το τελικό προϊόν το
µέλι, καθαρό όπου συσκευάζεται σε συσκευασίες χονδρικής» εξηγεί. «Μετέπειτα»,
συνεχίζει ο ίδιος, «το µέλι µεταφέρεται στα συσκευαστήρια όπου και φιλτράρεται,
χωρίζεται, συσκευάζεται και παίρνει η συσκευασία τη σχετική ετικέτα».
Το µέλι δεν παράγεται όλο το χρόνο. Ο
πρώτος τρύγος µπορεί να γίνει στις αρχές Απριλίου µε ανοιξιάτικα ρείκια, σε
ανοιχτούς χώρους και φτάνει µέσα στα πευκοδάση µέχρι τέλη Νοεµβρίου. Περίπου 8
µήνες το χρόνο µπορεί ένας καλός µελισσοκόµος να έχει παραγωγή στην Ελλάδα και
µάλιστα κάτω από ιδανικές συνθήκες.
Το ελληνικό µέλι εξάγεται σε πολλές
ευρωπαϊκές χώρες, Ρωσία, Καναδά, Αµερική και Αραβικά Εµιράτα, ακόµη και στην
Κίνα.
Το µέλι τυπικά διατηρεί ηµεροµηνία λήξης
δύο χρόνια µετά τη συσκευασία του, αλλά γενικά µπορεί να διατηρηθεί µε σωστή
συντήρηση για… πάντα. Άλλωστε αυτό τροφοδοτεί διάφορες αµφιλεγόµενες ιστορίες,
ότι στις αρχαιολογικές ανασκαφές βρίσκονται µέσα σε σφραγισµένα κιούπια µέλια
σε άψογη κατάσταση παρ’ ότι είναι ηλικίας πάνω από 3.000 ετών.
Τα ανθόµελα γίνονται µόνο
από τις µέλισσες
Ο Ενιαίος Φορέας Ελέγχου Τροφίµων,
τουλάχιστον δύο φορές το χρόνο, ελέγχει µέσω δειγµατοληψίας την ποιότητα του
µελιού και τη συµβατότητά του µε τον κώδικα τροφίµων. ∆είγµατα, ωστόσο, ο
∆ηµήτρης στέλνει και σε ιδιωτικά εργαστήρια στη Γερµανία στην περίφηµη
Intertex, όπου τα αποτελέσµατα του ελέγχου, του κοινοποιούνται µετά από περίπου
ένα µήνα.
Τα κύρια είδη µελιού είναι αυτά που
προέρχονται από φυτο-εκκρίσεις και νεκταρο-εκκρίσεις. Νεκταρο-εκκρίσεις είναι η
συλλογή του νέκταρ από το άνθος και το µελίτωµα βρίσκεται από µόνο του πάνω στο
δέντρο, κατά περίπου 80% σε µορφή µελιού, κυρίως σε βελανιδιά, έλατο και πεύκο.
Τα µελιτώµατα είναι πιο σκούρα κι όταν τα παίρνει η µέλισσα τους αφαιρεί λίγο
από την υγρασία τους και τα κάνει µέλι.
«Πάντως εισαγωγές µελιού από πολλές
τρίτες χώρες γίνονται µόνο και µόνο για να πέφτουν οι τιµές»
Οι έλεγχοι, αφού βεβαιώσουν τη συµβατότητα
µε τον «κώδικα τροφίµων», ξεχωρίζουν τα είδη, µε γυροσκοπική ανάλυση, ανάλογα
δηλαδή µε το είδος του γυρεόκοκκου που βρίσκεται και την περιεκτικότητα,
ταυτοποιείται το είδος του µελιού. «Τα ανθόµελα όλα ταυτοποιούνται µε τον
γυρεόκοκκο και τα µελιτώµατα από την αγωγιµότητα.
«Κάποιες χώρες προσπαθούν να
λανσάρουν «συνθετικό» µέλι, µε διάφορα χηµικά, αλλά εδώ δεν νοµίζω ότι υπάρχει
τέτοιο. Το µέλι γίνεται αποκλειστικά από τη µέλισσα, δεν γίνεται µε ζάχαρες και
γλυκόζη ή οτιδήποτε άλλο» µας λέει ο ∆ηµήτρης. «Πάντως εισαγωγές µελιού από
πολλές τρίτες χώρες γίνονται µόνο και µόνο για να πέφτουν οι τιµές»
συµπληρώνει. Αντίθετα το ελληνικό µέλι εξάγεται σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες,
Ρωσία, Καναδά, Αµερική και Αραβικά Εµιράτα, ακόµη και στην Κίνα.
Ο μελισσοκόμος έχει καρδιοχτύπι αν οι
κυψέλες είναι σε πευκοδάσος
Στον πάγκο του ο ∆ηµήτρης Ασηµακόπουλος
διατηρεί 9 διαφορετικά είδη µελιού, από 9 διαφορετικές περιοχές και
διαφορετικές εποχές το καθένα. Το καθένα έχει διαφορετική βοτανική προέλευση,
διαφορετικό άρωµα και χρώµα, διαφορετική πυκνότητα και βεβαίως διαφορετική
γεύση. Το καθένα έχει τη δική του διατροφική αξία, ανάλογα µε τα ιχνοστοιχεία
και τα µεταλλικά στοιχεία που αυτό περιέχει.
Υπάρχει µέλι, θυµαρίσιο, από έλατο, από
καστανιά, από άνθη, από ρείκι, από
βελανιδιά, από πορτοκαλιές, από κουµαριές, από πεύκο.
«Οι καταναλωτές στην Ελλάδα, τα
τελευταία χρόνια είναι ενηµερωµένοι», επισηµαίνει ο ίδιος, «ενώ καλύτερη άποψη
φαίνεται να έχει το νεανικό καταναλωτικό κοινό. Υπάρχει µέλι, θυµαρίσιο, από
έλατο, από καστανιά, από άνθη, από
ρείκι, από βελανιδιά, από πορτοκαλιές, από κουµαριές, από πεύκο. Το ρείκι και η
βελανιδιά µε τις αντιοξειδωτικές τους ιδιότητες
ανεβαίνουν πολύ στις προτιµήσεις τελευταία, όπως και το έλατο, γενικά τα
σκουρόχρωµα µέλια».
Η µεγαλύτερη ζηµιά που έχει πάθει ο
∆ηµήτρης ήταν από φωτιά σε χορτολιβαδικές εκτάσεις στη Βοιωτία.
Όσο για την «κρυστάλλωση», ο ∆ηµήτρης µας λέει ότι, πρόκειται για ιδιότητα
του µελιού και όχι κριτήριο για την επιλογή του. « Όλα τα µέλια κρυσταλλώνουν,
όταν δεν προέρχονται από µελιτώµατα»,
µας εξηγεί. «Απλά κάποιο µπορεί να παγώσει σε δεκαπέντε µέρες άλλο σε δύο έτη.
Είναι µια ενζυµική κατάσταση η κρυστάλλωση».
Το µέλι επιδοτείται από διάφορα
ευρωπαϊκά προγράµµατα µε περίπου 4 ευρώ ανα κυψέλη, αλλά µόνο για επαγγελµατίες
µελισσοκόµους και όχι για όσους ασχολούνται απλώς ερασιτεχνικά µε τις µέλισσες.
Οι κυψέλες κινδυνεύουν κυρίως ή από πυρκαγιά ή από πληµµύρα.
Η µεγαλύτερη ζηµιά που έχει πάθει ο
∆ηµήτρης ήταν από φωτιά σε χορτολιβαδικές εκτάσεις στη Βοιωτία. Ο µελισσοκόµος
πάντα ζεί µε το χτυποκάρδι, ιδιαίτερα αν οι κυψέλες του βρίσκονται µέσα σε
πευκοδάσος. «Βάζουµε όλη µας την περιουσία και τρέµει η καρδιά µας για τον κάθε
εµπρηστή ή τον κάθε ασυνείδητο, παρά τον συχνό έλεγχο», µας λέει
προβληµατισµένος ο ∆ηµήτρης. «Το χειµώνα το µέλι πωλείται στη λαϊκή αγορά 4
φορές την εβδοµάδα, αλλά το καλοκαίρι απέχουµε. Η παρουσία στη λαϊκή αγορά
συµφέρει και είναι µια ευχάριστη ενασχόληση».
«Η µέλισσα είναι η εγγυήτρια του
προϊόντος που παράγει. ∆εν πάει σε βρώµικα µέρη, θα ψοφήσει εξάλλου αν πάει,
πριν να φτάσει στην κυψέλη» λέει στην Agrenda ο ∆ηµήτρης
«Ο ρόλος της µέλισσας στον πλανήτη είναι
τόσο σηµαντικός που ο Αινστάϊν είχε πεί κάποτε ότι αν εκλείψει θα χαθούν µαζί
µε την έλλειψη επικονίασης, τα πάντα. Στην Ελλάδα έχουµε την mellifer apis».
Υπάρχουν σ’ όλο τον κόσµο διάφορα είδη µέλισσα, η καυκάσια, η κεκρώπεια, αλλά και
η µέλισσα Χαλκιδικής. Τα µελίσσια πλέον πωλούνται από µελισσοκόµους σε όποιον
θέλει να δοκιµάσει να ξεκινήσει τις δικές του κυψέλες και τη δική του παραγωγή.
∆εν είναι όπως παλιά, µπορεί κανείς να εξελιχθεί πολύ γρήγορα και να ανεβάσει
υψηλά επίπεδα παραγωγής. Μπορείς ν’ αγοράσεις βασίλισσες και ένα σµήνος να το
κάνεις πέντε διαφορετικά σµήνη. Αν, βεβαίως, διατηρείς τις ειδικές γνώσεις.
Δημοσίευση σχολίου