
Κατ’ αρχήν η
μελισσοκομία είναι μια αγροτική εκμετάλλευση. Η απασχόληση με την φύση είναι
εξ’ ορισμού μια διακινδυνευμένη υπόθεση.
Παρότι η μελισσοκομία, όπως και κάθε άλλη αγροτική
εκμετάλλευση, βρίσκει εφαρμογή στον κύκλο της φύσης, στην ουσία εμπεριέχει
πολλές μεταβλητές που δεν μπορούν εξ’ αρχής να συνυπολογιστούν ώστε να
κοστολογηθεί με ακρίβεια. Μπορεί κάποιος να αφιερώσει , για παράδειγμα, κάποια
από τα παραγωγικά μελίσσια του σε κάποια κύρια ανθοφορία, όπως το έλατο, και
λόγω καιρού όχι μόνο να μην αποδώσει , αλλά και να χρειαστεί επιπρόσθετα
έκτακτο κεφάλαιο για την συντήρησή τους. Αν δηλαδή βρέξει και συνεχίσει να
βρέχει για μια βδομάδα, όχι μόνο δεν θα γίνει μελιτοσυλλογή , αλλά τα μελίσσια
θα κλειστούν μέσα και αναλόγως την χρονική διάρκεια της κακοκαιρίας , θα πρέπει
πιθανόν να τροφοδοτηθούν με γύρη ή ζαχαροζύμαρο για να διατηρήσουν τον
παραγωγικό χαρακτήρα τους, στην καλύτερη περίπτωση, για όσο καιρό κρατήσει η
κακοκαιρία. Σε ένα πιο απαισιόδοξο σενάριο, αν τα μελίσσια κλειστούν μέσα λόγο
της κακοκαιρίας για αρκετές μέρες και δεν υπάρχουν οι προμήθειες σε γύρη και
μέλι ή αντικατάστατά τους, τότε κινδυνεύουν να χαθούν εξολοκλήρου.Αμέσως
μετά,στο πρώτο σενάριο θα πρέπει να μεταφερθούν σε γυρεοδοτική ανθοφορία για
περαιτέρω τόνωση του πληθυσμού τους, μια και η απόδοση με το έλατο θα έχει
χαθεί. Ο καιρός , δηλαδή , παίζει σημαντικό παράγοντα
στις ενέργειες ενός μελισσοκόμου, μπορεί να προβλεφθεί σε γενικό επίπεδο και
πρέπει πάντα να συνυπολογιστεί.